- Ἀργολίδος
- ἈργολίςArgolisfem gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κοίμησης της Θεοτόκου, μονή — Ονομασία 33 μοναστηριών. 1. Αγνούντος. Μοναστήρι, το οποίο δεν λειτουργεί, στον νομό Αργολίδος. Βλ. λ. Αγνούντος, μονή. 2. Ανθηρού. Μοναστήρι, το οποίο δεν λειτουργεί, στον νομό Καρδίτσης. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Θεσσαλιώτιδας και… … Dictionary of Greek
μετόχι — Ονομασία δεκαοκτώ οικισμών. 1. Οικισμός (17 κάτ.) του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 270 μ., 864 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ναυπλίας του νομού Αργολίδος. Βρίσκεται 17… … Dictionary of Greek
αργός — I Πόλη (υψόμ. 40 μ., 24.239 κάτ.), του νομού Αργολίδος, έδρα του ομώνυμου δήμου. Χτισμένο στη θέση της αρχαίας πόλης, διατήρησε το ίδιο όνομα από πανάρχαια χρόνια. Σήμερα είναι ανεπτυγμένο εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο με ωραία ρυμοτομία.… … Dictionary of Greek
κάμπος — I Ονομασία 38 οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ., 249 κάτ.) στην πρώην επαρχία Βάλτου του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του νομού, στην ανατολική ακτή του όρμου της Αμφιλοχίας, 91 χλμ. ΒΔ του Μεσολογγίου. Υπάγεται… … Dictionary of Greek
Αγία Αικατερίνη — I Βυζαντινός ναός της Θεσσαλονίκης του 12ου ή των αρχών του 13ου αι. Πρόκειται για σταυροειδή ναό με τρούλο, που περιβάλλεται από τις τρεις πλευρές του από κλειστό περιστύλιο με τρούλους στις τέσσερις γωνίες του. Ο ναός είναι ιδιαίτερα αξιόλογος… … Dictionary of Greek
Γαλαναίικα — Ονομασία τριών οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 340 μ., 38 κάτ.) στην πρώην επαρχία Άργους του νομού Αργολίδος. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λυρκείας. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 280 μ., 58 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ναυπλίας του νομού… … Dictionary of Greek
Γεράσιμος — I (Τρίκαλα, Κορινθία 1509 – Κεφαλονιά 1579). Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας, πολιούχος της Κεφαλονιάς. Καταγόταν από την παλιά βυζαντινή οικογένεια των Νοταράδων. Πολύ νέος ακόμα πήγε στη Ζάκυνθο, για να συμπληρώσει ίσως τις σπουδές του.… … Dictionary of Greek
Δορούφι — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Οικισμός (15 κάτ.) του νομού Αργολίδος. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κρανιδίου. 2. Οικισμός (17 κάτ.) του νομού Αργολίδος. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κρανιδίου … Dictionary of Greek
Ερμιόνη — I Μυθολογικό πρόσωπο. Μονάκριβη κόρη του Μενέλαου και της Ελένης. Για να εκπληρώσει την υπόσχεση του πατέρα της προς τον Αχιλλέα, παντρεύτηκε τον Νεοπτόλεμο αμέσως μετά την επιστροφή του Μενέλαου από την Τροία. Σε άλλους μεταομηρικούς μύθους –με… … Dictionary of Greek
Ιάκωβος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ι. ο πρεσβύτερος. Ένας από τους δώδεκα Αποστόλους. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Ζεβεδαίου και αδελφός του Ιωάννη. Μαρτύρησε επί Ηρώδη Αγρίππα Α’, περίπου το έτος 42 μ.Χ. (Πράξεις των Αποστόλων κβ’).… … Dictionary of Greek